Σήμερα, 20 Ιουλίου συμπληρώνονται 49 χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, με αποβατικές και αεροπορικές επιχειρήσεις και την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Αττίλας».
Η εισβολή αυτή έμελλε να βαφτεί με αίμα με πολλούς ανθρώπους να χάνουν τη ζωή τους και να είναι αγνοούμενοι μέχρι και σήμερα. Συγκεκριμένα, οι νεκροί είναι 6.000 νεκροί, πάνω από 1.500 οι αγνοούμενοι και πάνω από 200.000 εκτοπισμένοι.
Η εισβολή χωρίστηκε σε δυο φάσεις, η πρώτη στις 20 Ιουλίου, με την Επιχείρηση Αττίλας Ι και συνεχίστηκε με τον Αττίλα ΙΙ, στις 14 – 18 Αυγούστου, όπου, κατά παράβαση της επίσημα συμφωνημένης εκεχειρίας, η Τουρκία, έχοντας εν τω μεταξύ δημιουργήσει προγεφύρωμα και μεταφέρει στην Κύπρο αρκετές δυνάμεις, πραγματοποίησε νέες επιθέσεις, καταλαμβάνοντας τελικά το 36% της έκτασης του νησιού.
Πραγματοποιήθηκε πέντε μέρες μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, όπου η Χούντα των Αθηνών ανατρέπει τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, αρχιεπίσκοπο Μακάριο, ο οποίος και είχε τεταμένες σχέσεις με τον ισχυρό άντρα του δικτατορικού καθεστώτος, Δημήτρη Ιωαννίδη.
Η χούντα εγκαθιστά στην Κύπρο κυβέρνηση «μαριονετών» υπό τον δημοσιογράφο Νίκο Σαμψών.
Πέντε μέρες αργότερα, λοιπόν, οι Τούρκοι εισβάλλουν στη μεγαλόνησο με 40.000 άντρες, υπό την ηγεσία του Νουρετίν Ερσίν, υποστηρίζοντας πως δεν πρόκειται για εισβολή, αλλά για «ειρηνική επέμβαση», με σκοπό την επαναφορά της συνταγματικής τάξης στην Κύπρο.
Η αντίδραση από την πλευρά της Ελλάδας ήρθε με μεγάλη καθυστέρηση, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να βρεθούν στο έλεος των εισβολέων, οι οποίοι σκότωσαν άοπλους πολίτες, βίασαν γυναίκες και εκτέλεσαν αιχμάλωτους στρατιώτες.
Τα τουρκικά αποβατικά σκάφη άρχισαν να αποβιβάζουν δυνάμεις ανενόχλητα στην περιοχή Πέντε Μίλι, οκτώ χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνειας, λίγο μετά τις 5 το πρωί της 20ης Ιουλίου. Σχεδόν ταυτόχρονα, σμήνη τουρκικών αεροπλάνων άρχισαν τις επιθέσεις, συνεχώς και κατά κύματα κατά της ευρύτερης περιοχής της Κερύνειας και της Λευκωσίας, ενώ άλλα αεροσκάφη και ελικόπτερα επιχειρούσαν ρίψεις αλεξιπτωτιστών σε επίκαιρα σημεία.
Η αντίδραση της ελληνικής πλευράς ήταν ανεξήγητα αργοπορημένη. Παρ’ ότι το ελληνικό Πεντάγωνο γνώριζε τις κινήσεις των Τούρκων, θεωρούσε ότι μπλοφάρουν. Μόλις στις 8:40 το πρωί δόθηκε επισήμως από την Αθήνα η εντολή εφαρμογής των πολεμικών σχεδίων, ενώ το ελληνικό ραδιόφωνο (το ΕΙΡΤ εν προκειμένω), μετέδωσε την είδηση γύρω στις 11 το πρωί. Η καθυστερημένη κινητοποίηση έδωσε τη δυνατότητα στους Τούρκους εισβολείς να παγιώσουν τις θέσεις τους και να δημιουργήσουν προγεφύρωμα από το Πέντε Μίλι της Κερύνειας προς τον Άγιο Ιλαρίωνα, έχοντας ως αντικειμενικό στόχο τη σύνδεσή του με τον τουρκοκυπριακό θύλακο της Λευκωσίας.
Λίγες μέρες μετά την πρώτη φάση της εισβολής, στις 23 Ιούλη, η στρατιωτική δικτατορία των Αθηνών έπεσε και παρέδωσε τη θέση της στην ονομαζόμενη «κυβέρνηση εθνικής ενότητας» υπό τον Κ. Καραμανλή, που ήρθε για τον σκοπό αυτό από το Παρίσι και ορκίστηκε τα ξημερώματα της 24ης Ιούλη 1974.
Από ανθρωπιστική άποψη, η πιο τραγική συνέπεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974 είναι οι αγνοούμενοι. Κατά και μετά την τουρκική εισβολή, χιλιάδες Ελληνοκύπριοι είχαν συλληφθεί και κρατηθεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Κύπρο από τον Τούρκους στρατιώτες και παραστρατιωτικούς, που ενεργούσαν υπό τις οδηγίες του τουρκικού στρατού.
Επιπρόσθετα, πάνω από 2000 αιχμάλωτοι πολέμου είχαν μεταφερθεί παράνομα και κρατηθεί σε φυλακές στην Τουρκία. Κάποιοι από αυτούς εξακολουθούν να αγνοούνται.
Εκατοντάδες άλλοι Ελληνοκύπριοι, τόσο στρατιώτες όσο και πολίτες (περιλαμβανομένων ηλικιωμένων, γυναικών και παιδιών) εξαφανίστηκαν σε περιοχές υπό τουρκική κατοχή και μέχρι σήμερα αγνοείται η τύχη τους.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν καλά τεκμηριωμένες μαρτυρίες ότι τα αγνοούμενα πρόσωπα θεάθηκαν για τελευταία φορά εν ζωή στα χέρια του τουρκικού στρατού ή των παραστρατιωτικών ομάδων, που ενεργούσαν υπό τις οδηγίες και την ευθύνη των τουρκικών δυνάμεων κατοχής.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ